ΠΕΡΙ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ...

Στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης, οι συχνές μετακινήσεις πληθυσμών σε διεθνές, ευρωπαϊκό, και εθνικό επίπεδο συνέβαλαν στη μεταβολή της πολιτισμικής σύνθεσης των κοινωνιών. Η αλλαγή αυτή επηρέασε και την κυπριακή κοινωνία. Εντούτοις, διάφορες μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα παρά τις ‘διακηρύξεις’ του νέου Αναλυτικού Προγράμματος και την αλλαγή στον πολιτικό λόγο, ακολουθεί πρακτικές αφομοίωσης ή φυσικής ένταξης των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία. Χαρακτηριστικά, τα σχολεία εξακολουθούν να λειτουργούν ως μια «χύτρα αφομοίωσης» του πλουραλιστικού στοιχείου, το οποίο περιθωριοποιείται καθώς συχνά γίνεται αντιληπτό ως εμπόδιο στην εύρυθμη λειτουργία των σχολείων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι μαθητές με μεταναστευτικό υπόβαθρο να απομονώνονται και να οδηγούνται στη σχολική αποτυχία. Η εφαρμογή της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης παρουσιάζεται ως η αντιπρόταση που δύναται να συμβάλει στην κοινωνική συμπερίληψη και στη σχολική επιτυχία των μαθητών αυτών.

Αρχικά είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε τους όρους πολυπολιτισμικότητα και διαπολιτισμικότητα. Η πολυπολιτισμικότητα αναφέρεται στο γεγονός της συνύπαρξης ομάδων και ατόμων που διαφέρουν γλωσσικά, πολιτισμικά, και θρησκευτικά στο πλαίσιο μιας δεδομένης κοινωνίας. Συνεπώς, ο όρος πολυπολιτισμικότητα σκοπό έχει να περιγράψει τη φυσική κατάσταση και τον χαρακτήρα των κοινωνιών που απαρτίζονται από πολλούς και διαφορετικούς πολιτισμούς.

Ποια η διαφορά όμως του όρου πολυπολιτισμικότητα από τον όρο διαπολιτισμικότητα;

Η απάντηση είναι ότι η πολυπολιτισμικότητα είναι το δεδομένο, ενώ η διαπολιτισμικότητα είναι το ζητούμενο. Ο όρος διαπολιτισμικότητα αναφέρεται σε μια δημιουργική διαδικασία σκοπός της οποίας είναι η κοινωνική συμπερίληψη όλων των ατόμων ανεξαιρέτως της καταγωγής, της γλώσσας, της θρησκείας, του σεξουαλικού τους προσανατολισμού, οποιασδήποτε μορφής αναπηρίας ή οποιουδήποτε άλλου χαρακτηριστικού. Το πρόθεμα «διά» στη λέξη διαπολιτισμικότητα υποδηλώνει τη διάδραση, δηλαδή την αλληλεπίδραση και την ανάπτυξη ουσιαστικών διαπροσωπικών σχέσεων που πρέπει να αναπτύσσονται μεταξύ ατόμων που προέρχονται από διαφορετικές πολιτισμικές ομάδες προκειμένου να αναπτύξουν υβριδικές ταυτότητες. Η διαπολιτισμικότητα αποσκοπεί στην ανάπτυξη σχέσεων αμοιβαιότητας, σεβασμού, αλληλοαποδοχής και πραγματικής αλληλεγγύης μεταξύ των ατόμων μιας πολιτισμικά πλουραλιστικής κοινωνίας.

Συνεπώς, ο όρος πολυπολιτισμικότητα έχει έναν παθητικό χαρακτήρα αφού δηλώνει μια κατάσταση, σε αντίθεση με τον όρο διαπολιτισμικότητα που είναι περισσότερο ενεργητικός καθότι αποσκοπεί στο να επιφέρει ουσιαστική αλλαγή. 

Η διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν περιορίζεται στη μεταρρύθμιση του σχολείου, αλλά επιδιώκει να αναδιαρθρώσει το πολιτισμικό και πολιτικό συγκείμενο της σχολικής εκπαίδευσης. Συνεπώς, δεν προσανατολίζεται αποκλειστικά προς την ακαδημαϊκή επιτυχία των μεταναστευτικής προέλευσης μαθητών, αλλά επιδιώκει ευρύτερες επιπτώσεις στην κοινωνία μέσω μιας ανθρωπιστικής προσέγγισης των διαπροσωπικών σχέσεων. Ως εκ τούτου, η διαπολιτισμική εκπαίδευση συνιστά ένα ευρύτερο φάσμα κοινωνικο-ακτιβιστικών σχολικών πολιτικών, οι οποίες προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας εκπαιδευτικής ατζέντας αντι-προκατάληψης, την πρόσληψη εκπαιδευτικών από μειονοτικές ομάδες και την ανάπτυξη δικτύων συνεργασίας εντός και εκτός των σχολείων. Στόχος τους είναι να καλλιεργήσουν την κριτική σκέψη και τις δεξιότητες λήψης αποφάσεων, προκειμένου να προετοιμάσουν τους μαθητές ως κοινωνικά ενεργούς πολίτες.

                                                                                                                                   

Τι σημαίνει όμως - με απλά λόγια - η διαπολιτισμικότητα για έναν εκπαιδευτικό;

Αναντίρρητα, οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να σχεδιάζουν δραστηριότητες που επεξετάζουν τις κανονιστικές πρακτικές που καλλιεργούν τον μονοπολιτισμό. Εντός της σχολικής τάξης, οι εκπαιδευτικοί κατά τη διάρκεια συζητήσεων καλό θα ήταν να αποφεύγουν τη φολκορική προβολή των πολιτισμικών ‘διαφορών’ των μεταναστών και γηγενών μαθητών τους, αλλά να αξιοποιούν τις εμπειρίες τους. Στα πλαίσια της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, η ανακάλυψη της γνώσης αποκτά ενεργητικό και όχι παθητικό χαρακτήρα. Αφ’ ενός, οι εκπαιδευτικοί προωθούν συζητήσεις οι οποίες παρακινούν τους μαθητές να εισηγηθούν μέτρα προς άμβλυνση των κοινωνικών αδικιών εντός του σχολείου και της κοινότητάς τους. Αφ’ ετέρου, στα πλαίσια τέτοιων προγραμμάτων, οι μαθητές σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς μπορούν να αναπτύξουν και να πραγματοποιήσουν ομαδικές μελέτες για να ερευνήσουν παραδείγματα εθνοτικής σύγκρουσης, ρατσισμού, κοινωνικής αδικίας, και κοινωνικού αποκλεισμού. Για σκοπούς ενεργητικής ανακάλυψης της γνώσης, γηγενείς και μεταναστευτικής βιογραφίας μαθητές συνεργάζονται σε πολιτισμικά πλουραλιστικές ομάδες. Τέλος, η διαπολιτισμική προσέγγιση απαιτεί την υιοθέτηση εναλλακτικών πρακτικών που προωθούν την οικογενειακή συμμετοχή στα σχολικά δρώμενα. Οι γονείς μπορούν και πρέπει να διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στη σχολική επιτυχία και στη διαδικασία συμπερίληψης των παιδιών τους. Οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να αναγνωρίζουν τους γονείς ως πηγή πληροφόρησης για τους μαθητές τους, ενώ μέσω της επικοινωνίας με τους μετανάστες γονείς μπορούν να ενημερωθούν για το πολιτισμικό υπόβαθρο και τις ανάγκες των μαθητών τους.

Κλείνοντας, η διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν έχει σκοπό να διδάξει την ανοχή για το διαφορετικό. Αντιθέτως, επιχειρεί να δημιουργήσει το πνευματικό υπόβαθρο που επιτρέπει τη διαμόρφωση θετικών αντιλήψεων μεταξύ των πολιτισμών, ώστε να δημιουργηθούν ανοικτές κοινωνίες, πολιτισμικά αρμονικές, που θα διακρίνονται από ισονομία, αλληλοκατανόηση, αλληλοαποδοχή και αλληλεγγύη

I BUILT MY SITE FOR FREE USING