Πανεπιστημιακη εκπαιδευση και «νεα» εργασιακη ασφαλεια στην 4η βιομηχανικη επανασταση: Απο την κοινωνια της γνωσης στην αγορα των δεξιοτητων

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Economy Today, το οποίο ευχαριστώ για τη φιλοξενία.   

 

Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση καλείται να ανταπεξέλθει στην πρόκληση της «νέας» εργασιακής ασφάλειας προσδίδοντας στα άτομα γενικότερα, αλλά και στη νεολαία ειδικότερα, χαρακτηριστικά τα οποία τους παρέχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται στην εποχή της 4η βιομηχανικής επανάστασης. Η ευρεία διεύρυνση της παγκοσμιοποίησης, η άκρατη φιλελευθεροποίηση των αγορών, καθώς και η εισβολή των νέων τεχνολογιών και κυρίως της τεχνητής νοημοσύνης στους τομείς της παραγωγής και της παροχής υπηρεσιών, έχουν δημιουργήσει μία νέα τάξη πραγμάτων αναφορικά στις ευκαιρίες εργοδότησης των νεαρών αποφοίτων των διαφόρων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Βάσει πρόσφατης έκθεσης του McKinsey Global Institute, υπολογίζεται ότι μέχρι το 2030, 800 εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα αντικατασταθούν από τα ρομπότ. Αδιαμφισβήτητα, το ζήτημα της απασχολησιμότητας των νεαρών ατόμων, ως «νέα» μορφή εργασιακής ασφάλειας, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών τους.

Σε έρευνα που διεξήχθηκε το 2016 από το Συμβούλιο της Ευρώπης σχετικά με τις πεποιθήσεις των νεαρών ατόμων για τις προκλήσεις που παρουσιάζονται στη διασφάλιση των δικαιωμάτων τους, οι συμμετέχοντες εξέφρασαν την αναγκαιότητα για αναπροσαρμογή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις ανάγκες της παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Οι νέοι φαίνεται να συμμερίζονται την ανησυχία της παγίδευσής τους σ’ έναν φαύλο κύκλο «φτώχειας» λόγω των υψηλών ποσοστών ανεργίας και των μεγάλων πιθανοτήτων εργοδότησής τους σε χαμηλά αμειβόμενα επαγγέλματα καλώντας, ως εκ τούτου, την Ευρωπαϊκή Ένωση να θέσει τα ζητήματα αυτά υψηλά στην ατζέντα των πολιτικών της. Στη βάση των αποτελεσμάτων της προαναφερόμενης έρευνας, το Συμβούλιο της Ευρώπης καταλήγει σε σημαντικές εισηγήσεις για το μέλλον της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Καταρχήν, καλεί τόσο τις εθνικές κυβερνήσεις των κρατών μελών, όσο και τα ίδια τα ευρωπαϊκά όργανα να αναπτύξουν αποθετήρια πληροφοριών για τις ανάγκες της παγκοσμιοποιημένης αγοράς εργασίας προκειμένου ο επαγγελματικός προσανατολισμός και σαφέστατα η επιλογή κλάδου σπουδών εκ μέρους της νεολαίας να αποκτήσει στοχευμένο και μεθοδικό χαρακτήρα. Κατά δεύτερον, παροτρύνει τα πανεπιστημιακά ιδρύματα να αναπτύξουν προγράμματα αειφόρου επαγγελματικής ανάπτυξης, τα οποία ευθυγραμμίζονται με τις αρχές της διά βίου μάθησης, αλλά και παρέχουν ευκαιρίες για κατάρτιση εντός του εργασιακού χώρου με απώτερο σκοπό να ενισχύσουν την απασχολησιμότητα των νέων. Η τελευταία, αλλά και κατά την άποψή μου, ουσιαστικότερη παρότρυνση του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η μετατόπιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από την προσφορά προγραμμάτων σπουδών που αναδύονται από την κοινωνία της γνώσης στην ανάπτυξη προγραμμάτων που άπτονται της αγοράς των δεξιοτήτων. 

Η κοινωνία της γνώσης, όρος που πρωτοεμφανίζεται στην πολιτική οικονομία τη δεκαετία του ’60, αποτελεί μια νέα έκφανση της καπιταλιστικής κοινωνίας υπό την έννοια της κοινωνίας που αυτο-οργανώνενται γύρω από τη γνώση μέσω της τεχνολογίας και πέραν των διαφόρων χωροχρονικών περιορισμών προκειμένου να ευνοήσει την αυτό-εξέλιξή της. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση της UNESCO του 2006, η κοινωνία της γνώσης διαφοροποιείται από την κοινωνία της πληροφορίας, νοουμένου ότι η πρώτη μετασχηματίζει την πληροφορία σε πόρους που επιτρέπουν στην κοινωνία να αναλάβει αποτελεσματική δράση, ενώ η τελευταία αναπτύσσει και διαδίδει μόνο ακατέργαστα δεδομένα. Εντούτοις, πολλοί ισχυρίζονται ότι η μετάβαση της ανθρωπότητας στη μετανεωτερική περίοδο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, συνοδεύεται (ή καλύτερα πρέπει να συνοδευθεί) από την αλλαγή παραδείγματος, νοώντας τη μετάβαση από την κοινωνία της γνώσης στην αγορά των δεξιοτήτων. H αγορά δεξιοτήτων αφορά στην οργάνωση της κοινωνίας, αλλά κυρίως της εργασίας γύρω από τις δεξιότητες. Μέχρι πρότινος, στην κοινωνία της γνώσης, η πλάστιγγα της ευθύνης για την εργασιακή αποκατάσταση των νέων έγερνε προς το κράτος και τους οργανισμούς. Εντούτοις, η ροπή που ασκείται στην πλάστιγγα της απασχολησιμότητας λόγω των διαμορφούμενων περιβαλλοντικών παραγόντων που υπερισχύουν στην αγορά των δεξιοτήτων, φαίνεται να δίνει προτεραιότητα στην ατομική ευθύνη όσον αφορά στην επιλογή και διαχείριση καριέρας. Αυτό που εισηγούμαστε είναι ότι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξισορρόπηση της πλάστιγγας της απασχολησιμότητας ως «νέας» μορφής εργασιακής ασφάλειας. Πώς όμως αυτό μπορεί να καταστεί εφικτό;

Αναντίρρητα, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα καλούνται να εισαγάγουν καινοτόμους ή να αναβαθμίσουν υφιστάμενους κλάδους σπουδών. Παραδείγματα τέτοιων κλάδων δίνει ο αυτο-δημιούργητος πολυεκατομμυριούχος Bill Gates σε συνέντευξή που έδωσε με τη σύζυγό του Melinda στον Lin-Manuel Miranda στο Hunter College στη Νέα Υόρκη τον Φεβρουάριο του 2018. «Είναι σαφές ότι χρειαζόμαστε ένα τεράστιο σύνολο ταλέντων», δήλωσε ο Γκέιτς, «αν όμως οι δεξιότητές σας, σας οδηγήσουν στις θετικές επιστήμες ή στον προγραμματισμό ή στην εξέλιξη της βιολογίας ή των ενεργειακών ανακαλύψεων, να ξέρετε ότι αυτό το είδος βαθυστόχαστων περιοχών πρόκειται να αποτελέσουν τη μεγαλύτερη πηγή αλλαγής». Σε παρόμοιες δηλώσεις του σε συνέντευξη που έδωσε το 2016 στον αρχισυντάκτη του LinkedIn, Daniel Roth, ο Gates επεσήμανε ότι «τα άτομα με υπόβαθρα στις θετικές επιστήμες, τη μηχανική και τα οικονομικά θα αποτελέσουν τους σημαντικότερους παράγοντες αλλαγής σε όλα τα θεσμικά επίπεδα». Κατά τον Gates, δε χρειάζεται κάποιος να είναι ειδήμονας σε αυτές τις περιοχές, αλλά να έχει βασικές γνώσεις στους τομείς αυτούς. Αντλώντας από τις απόψεις του Gates, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση καλείται – πέραν της προσφοράς καταμερισμένων προγραμμάτων σε «ξεκάθαρους» γνωστικούς κλάδους - να προσφέρει διεπιστημονικά προγράμματα τα οποία να παρέχουν ευκαιρίες συνδυαστικής ανάπτυξης στις προαναφερόμενες περιοχές. Εξίσου αναγκαία, όμως, θεωρείται και η ανάπτυξη «ευρηματικών» κλάδων σπουδών που αναδύονται από τις ανάγκες της αγοράς. Μεταφερόμενοι στο κυπριακό συγκείμενο, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην «Τεχνολογία Blockchain και στα Ψηφιακά Νομίσματα» του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. 

Μία εξίσου σημαντική παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι το γεγονός ότι μέχρι το 2022, υπολογίζεται ένα ποσοστό της τάξεως του 54% των εργαζομένων ανά το παγκόσμιο να χρειάζεται αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους. Ως απόρροια της μετάβασής μας την αγορά δεξιοτήτων, τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης καλούνται να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ των υφιστάμενων δεξιοτήτων που αναπτύσσουν διαμέσου των προγραμμάτων τους και των επιδιωκόμενων δεξιοτήτων που πρόκειται να αναζητηθούν λίαν συντόμως στον επιχειρηματικό κόσμο. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση δύναται να συμβάλει στην (επανα)οριοθέτηση των δεξιοτήτων όχι μόνο του μελλοντικού, αλλά και του παρόντος ανθρώπινου δυναμικού. Η στροφή των προγραμμάτων σπουδών προς αγορά δεξιοτήτων θα πρέπει να προσανατολίζεται προς τη διεύρυνση της επιχειρηματικότητας, της αξιοποίησης νέων τεχνολογιών, της ευελιξίας και της προσαρμοστικότητας των ατόμων, αλλά και την ανάπτυξη ψυχοκοινωνικών δεξιοτήτων όπως η διαπολιτισμική επικοινωνία και η συναισθηματική σταθερότητα. To επονομαζόμενο ως re-skilling των επαγγελματιών μπορεί να επιτευχθεί διαμέσου της ανάπτυξης πιστοποιημένων διαδικτυακών μικρο-προγραμμάτων σπουδών (nano-degrees) από τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία αποσκοπούν όχι μόνο στην εκμάθηση συγκεκριμένων δεξιοτήτων, αλλά και στην πρακτική αξιοποίησή τους σε μια σειρά από projects.

Εν κατακλείδι, νοουμένου ότι το αντικείμενο και οι δεξιότητες της εργασίας αλλάζουν ραγδαία, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση οφείλει να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες της για να οδηγήσει επιτυχώς τον κόσμο στην 4η βιομηχανική επανάσταση.

 




I BUILT MY SITE FOR FREE USING